ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΑΡΙΘΜΟΣ 118/2021

 

Ειρηνοδίκης: ΔΗΜΗΤΡΑ ΣΤΕΦΗ

Δικηγόροι: Ρουμπίνη Φαρμάκη Αθανάσιος Μπούρλος

 

...Αποδείχθηκαν κατά την κρίση του Δικαστηρίου τα ακόλουθα επί της ουσίας πραγματικά περιστατικά: Δυνάμει της από 1-6-2004 συμβάσεως εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, ο καθ’ου παρείχε την εργασία του στην εταιρεία με την επωνυμία «Γ. Σ. ΚΑΙ ΣΙΑ ΕΕ», υπό την ειδικότητα του πωλητή και εργαζόταν επί πενθήμερο, εβδομαδιαίως, επί οκτώ ώρες την ημέρα, οι δε μηνιαίες ακαθάριστες αποδοχές του ανέρχονταν το ποσό των 1.087,80 ευρώ. Ο καθ’ου παρείχε την εργασία του υπό τις οδηγίες της ως άνω εργοδότριας εταιρείας μέχρι την 31-8-2018, οπότε και η σύμβασή του καταγγέλθηκε από την εργοδότρια, ατάκτως, ήτοι χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση. Στο έγγραφο της καταγγελίας, που κοινοποιήθηκε στον καθ’ου στις 31-8-2018, ορίστηκε από την πλευρά της εργοδότριας ότι η νόμιμη οφειλόμενη αποζημίωση αυτού βάσει των διατάξεων περί υποχρεωτικής καταγγελίας συμβάσεως εργασίας ιδιωτικών υπαλλήλων σε συνδυασμό με το Ν.3198/55, όπως έχουν τροποποιηθεί και ισχύουν, ανέρχεται στο ποσό των 12.691,00 ευρώ. Την ημέρα της καταγγελίας η εργοδότρια εταιρεία, κάνοντας χρήση του εκ του άρθρου 74 παρ.3 του Ν.3863/2010 δικαιώματός της περί καταβολής της αποζημίωσης απολύσεως σε διμηνιαίες δόσεις των δύο μισθών, κατέβαλε στον καθ’ου μέσω ηλεκτρονικής τραπεζικής κατάθεσης, την πρώτη δόση της οφειλόμενης αποζημίωσης, ύψους 2.538,20 ευρώ. Πλην όμως η ως άνω εταιρεία δεν κατέβαλε, προς εκπλήρωση των νομίμων υποχρεώσεών της, την 1-11-2018 τη δεύτερη δόση της αποζημίωσης ύψους 2.538,20 ευρώ και την 1-1-2019 την τρίτη δόση της αποζημίωσης ύψους 2.538,20 ευρώ. Για το λόγο αυτό ο καθ’ου με την από 11-2-2019 αίτησή του ενώπιον του Ειρηνοδικείου Αθηνών ζήτησε και πέτυχε την έκδοση σε βάρος της εργοδότριας εταιρείας της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Ειρηνοδικείου Αθηνών, με την οποία διατάχθηκε η τελούσα υπό εκκαθάριση εταιρεία να καταβάλει στον καθ’ου το ποσό των 5.076,40 ευρώ για κεφάλαιο, πλέον νομίμων τόκων και δικαστικών εξόδων.

Η ανακόπτουσα, με την ιδιότητα της ομόρρυθμης εταίρου τον επίδικο χρόνο της ήδη τεθείσας υπό εκκαθάριση εταιρείας με την επωνυμία «Γ. Σ. ΚΑΙ ΣΙΑ ΕΕ», με τον πρώτο λόγο ανακοπής της ισχυρίζεται ότι δεν εκδόθηκε νομίμως η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής καθόσον η απαίτηση του καθ’ου αφορά εξ ολοκλήρου αποζημίωση απόλυσης και όχι οφειλόμενο μισθό που τάσσει ο νόμος μεταξύ των προϋποθέσεων της διάταξης του άρθρου 636Α του ΚΠολΔ, επιπλέον δεν έχουν τηρηθεί οι εκεί προβλεπόμενες διατυπώσεις για την εφαρμογή του άρθρου αυτού. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως ουσία αβάσιμος, διότι η αξίωση του καθ’ου που αφορά τις δύο δόσεις της οφειλόμενης νόμιμης αποζημίωσης απολύσεως, είναι χρηματική απαίτηση που εμπίπτει στη διάταξη του άρθρου 623 του ΚΠολΔ. Η απαίτηση αυτή ήταν ληξιπρόθεσμη κατά το χρόνο υποβολής της από 11-2-2019 αίτησης για την έκδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής και αποδεικνύεται επαρκώς (...) Συνεπώς η απαίτηση του καθ’ου μπορεί να διεκδικηθεί μέσω της διαδικασίας έκδοσης διαταγής πληρωμής, ενώ έχουν τηρηθεί όλες οι νόμιμες διατυπώσεις για την εν λόγω διαδικασία. Με το νέο άρθρο 636α του ΚΠολΔ, που λειτουργεί κατά κύριο λόγο συμπληρωματικά στις γενικές διατάξεις των άρθρων 623-636 του ΚΠολΔ, προβλέπεται ρητά ότι μπορεί να ζητηθεί η έκδοση διαταγής πληρωμής για οφειλόμενους μισθούς. Ως μισθός για την έκδοση της διαταγής πληρωμής νοείται κάθε είδους μισθολογική παροχή σε χρήμα, όπως είναι κατ’εξοχήν τα επιδόματα εορτών και αδείας, οι αποδοχές αδείας, η υπερωρία κλπ. Μολονότι η αποζημίωση απολύσεως έχει χαρακτηρισθεί νομολογιακά ως «εν ευρεία έννοια αντάλλαγμα παρασχεθείσης εργασίας», γίνεται δεκτό ότι δεν αποτελεί μισθό (ΑΠ1457/88 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Συνεπώς εφόσον πρόκειται για μη μισθολογικές παροχές, όπως η αποζημίωση απολύσεως, θα εφαρμοσθούν οι γενικές διατάξεις περί διαταγής πληρωμής και όχι η ειδική διάταξη του άρθρου 636Α του ΚΠολΔ.(παρ. 68) (βλ. Δ. Λαδά, Εργατικές Διαφορές-Δικονομικά Ζητήματα, έκδ.2019, σελ.53, Ι. Πίκουλα, Μεταβολές στην Πολιτική Δικονομία με το νέο νόμο, ΔΕΝ 2017.1085, Δ. Γούλα, Οι αλλαγές που επιφέρουν οι νόμοι 4487/2017 και 4488/2017 στην εργατική νομοθεσία: Μια πρώτη ερμηνευτική και κριτική προσέγγιση, ΕΕργΔ 2017, σελ.1210, 1211).

Με το δεύτερο λόγο ανακοπής η ανακόπτουσα ισχυρίζεται ότι καταχρηστικά και κατά παράβαση του άρθρου 281 ΑΚ ο καθ’ου επέδωσε σ’ αυτήν την προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής επιδιώκοντας να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις του από τη μη καταβολή των οφειλομένων δόσεων αποζημίωσης απόλυσης, παρ’ όλο που γνώριζε για την οικειοθελή της αποχώρηση από την εταιρεία ήδη από 17-9-2018, επικαλούμενη (η ανακόπτουσα) τις εταιρικές σχέσεις της με την ετερόρρυθμη εταίρο της εργοδότριας εταιρείας, Α. Σ. Σύμφωνα με τον ορισμό της παρ.1 του άρθρου 271 του Ν.4072/2012 «ετερόρρυθμη εταιρεία είναι η εταιρεία με νομική προσωπικότητα που επιδιώκει εμπορικό σκοπό και για τα χρέη της οποίας ένας τουλάχιστον από τους εταίρους ευθύνεται περιορισμένα (ετερόρρυθμος εταίρος) ενώ ένας άλλος τουλάχιστον από τους εταίρους ευθύνεται απεριόριστα (ομόρρυθμος εταίρος). Η ευθύνη του ομόρρυθμου εταίρου για τις υποχρεώσεις της εταιρείας είναι απεριόριστη και εις ολόκληρον, δηλαδή ευθύνεται με ολόκληρη την περιουσία του και για ολόκληρο το χρέος. Η απεριόριστη και εις ολόκληρον ευθύνη του ομόρρυθμου εταίρου με το νομικό πρόσωπο της εταιρείας εξακολουθεί να υπάρχει και μετά την αποχώρησή του από την εταιρεία για τα πριν από την αποχώρησή του εταιρικά χρέη. Συμφωνία για περιορισμό ή αποκλεισμό της ευθύνης των ομόρρυθμων εταίρων δεν ισχύει έναντι τρίτων (άρθρο 258 παρ.1 του Ν.4072/2012). Ο εταιρικός δανειστής μπορεί να ασκήσει την αξίωσή του είτε κατά της εταιρείας είτε κατά ενός ή περισσοτέρων εταίρων είτε κατά όλων των εταίρων και της εταιρείας μαζί (ΑΚ 482) συγχρόνως ή διαδοχικά, χωρίς να είναι υποχρεωμένος να στραφεί πρώτα κατά της εταιρείας. Εντούτοις περισσότερο συμφέρον για το δανειστή είναι να στραφεί κατά της εταιρείας, διότι κατά τη διάταξη του άρθρου 920 του ΚΠολΔ μπορεί βάσει εκτελεστού τίτλου κατά της (ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης) εταιρείας να προβεί σε αναγκαστική εκτέλεση και κατά των (ομόρρυθμων) εταίρων, χωρίς να απαιτείται η κτήση άλλου εκτελεστού τίτλου και κατ’αυτών, ούτε προηγούμενη εκτέλεση κατά της εταιρείας. Έτσι η διαταγή πληρωμής που εκδόθηκε κατά του νομικού προσώπου της εταιρείας (ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης) δύναται να στηρίξει εγκύρως διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης και κατά του ομόρρυθμου εταίρου που είχε αποχωρήσει από την εταιρεία πριν από το χρονικό σημείο έκδοσης της κατ’άρθρο 920 ΚΠολΔ, εφόσον αυτή (διαταγή πληρωμής) αφορά σε εταιρικά χρέη που είχαν γεννηθεί κατά το χρόνο πριν από την αποχώρηση του εταίρου και μάλιστα πριν από την κατά νόμο δημοσίευση της αποχώρησής του (Κεραμέας-Κονδύλης, Νίκας, ΕρμΚΠολΔ, τόμος II, έκδ.2000, άρθρο 920, σελ.1748). Στην προκειμένη περίπτωση η ανακόπτουσα συνομολογεί ότι καθ’ όλο το επίδικο χρονικό διάστημα μη καταβολής των οφειλών αποτελούσε ομόρρυθμη εταίρο της εταιρείας και η Α. Σ. αποτελούσε ετερόρρυθμη εταίρο. Επομένως η ανακόπτουσα, ως ομόρρυθμη εταίρος, ευθύνεται για τα εταιρικά χρέη απεριόριστα και εις ολόκληρον με την ατομική της περιουσία. Οι εσωτερικές σχέσεις αυτής με τους λοιπούς εταίρους δεν επηρεάζουν την ευθύνη της έναντι τρίτων δανειστών της εταιρείας και ως εκ τούτου όσα η ανακόπτουσα ισχυρίζεται για τις σχέσεις της με την ετερόρρυθμη εταίρο Α. Σ. ουδόλως επηρεάζουν την αξίωση του καθ’ου και το δικαίωμά του να διεκδικήσει μέσω της διαδικασίας έκδοσης διαταγής πληρωμής την αποζημίωση απόλυσης.Ο καθ’ου πέτυχε την έκδοση της διαταγής πληρωμής κατά της εργοδότριας εταιρείας και ορθά βάσει του άρθρου 920 του ΚΠολΔ επέδωσε την από 28-3-2019 επιταγή προς πληρωμή στην ανακόπτουσα, με την ιδιότητά της ως πρώην ομόρρυθμης εταίρου της τελούσας υπό εκκαθάριση εταιρείας με την επωνυμία «Γ. Σ. ΚΑΙ ΣΙΑ ΕΕ». Σημειωτέον ότι ο καθ’ου, ο οποίος είχε εργαστεί για 14 ολόκληρα έτη στην εταιρεία και σαφώς είχε αναπτύξει και συναισθηματικούς δεσμούς και δεν επιθυμούσε να εμ-πλακεί σε δικαστικές ενέργειες, μετά την από 31-8-2018 καταγγελία της σύμβασης εργασίας και σε μια ύστατη προσπάθεια φιλικής διευθέτησης της διαφοράς, προέβη στην από 14-9-2018 αίτηση για τη διενέργεια εργατικής διαφοράς ενώπιον του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων Αγ. Παρασκευής. Κατά τη συζήτηση δε της εν λόγω διαφοράς, ουδείς εμφανίσθηκε εκ μέρους της εργοδότριας εταιρείας. Ως εκ τούτου ο καθ’ου όφειλε να προβεί στις νόμιμες ενέργειες για να εξοπλίσει την απαίτησή του με τίτλο εκτελεστό προς το σκοπό ικανοποίησής του λόγω της αθετήσεως από την ανακόπτουσα των οικονομικών της υποχρεώσεων.

Με τον τρίτο λόγο ανακοπής η ανακόπτουσα ισχυρίζεται ότι είναι άκυρη η επίδοση της προσβαλλόμενης διαταγής πληρωμής, αφού δεν επιδόθηκε στον εκκαθαριστή της υπό εκκαθάριση ετερόρρυθμης εταιρείας. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως ουσία αβάσιμος, διότι ο καθ’ου, έχοντας εκτελεστό τίτλο κατά της εργοδότριας ετερόρρυθμης εταιρείας, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 920 του ΚΠολΔ μπορεί να προβεί σε αναγκαστική εκτέλεση και κατά της ομόρρυθμης εταίρου ανακόπτουσας, χωρίς να απαιτείται η κτήση άλλου εκτελεστού τίτλου και κατ’αυτής, ούτε προηγούμενη εκτέλεση κατά της εταιρείας. Ως εκ τούτου η επίδοση της διαταγής πληρωμής στην ανακόπτουσα ομόρρυθμη εταίρο είναι νόμιμη και ουδεμία ακυρότητα υφίσταται εκ του γεγονότος ότι η ως άνω διαταγή πληρωμής με την από 28-3-2019 επιταγή προς πληρωμή του καθ’ου δεν επιδόθηκε και στην υπό εκκαθάριση ετερόρρυθμη εταιρεία, όπως αυτή νομίμως εκπροσωπείται από το διορισθέντα εκκαθαριστή της.

Με τον τέταρτο λόγο ανακοπής η ανακόπτουσα ισχυρίζεται ότι η από 28-3-2019 επιταγή προς πληρωμή που της επιδόθηκε, είναι αόριστη αφού δεν αναφέρεται ο τρόπος υπολογισμού των τόκων ούτε ποια χρονική περίοδο αφορούν. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως ουσία αβάσιμος, (...) Η παράλειψη του καθορισμού του τρόπου υπολογισμού των οφειλόμενων τόκων δεν δημιουργεί ακυρότητα της επιταγής, αφού ο υπολογισμός αυτός μπορεί να γίνει με βάση τα γνωστά δεδομένα, όπως το κεφάλαιο, η έναρξη των τόκων και η διάρκεια του χρέους (βλ.Κεραμέα-Κονδύλη, Νίκα, ό.π., άρθρο 924, σελ.1757). Η προσβαλλόμενη από 28-3-2019 επιταγή προς πληρωμή του καθ’ου είναι ορισμένη, αφού αναλύεται η οφειλή σε κεφάλαιο, τόκους, επιδικασθείσα δικαστική δαπάνη, λήψη απογράφου, σύνταξη της επιταγής, δαπάνη επίδοσης επιταγής, ενώ από καμμία διάταξη δεν απαιτείται να παρατίθεται ο τρόπος υπολογισμού των τόκων υπερημερίας, αφού το επιτόκιο προσδιορίζεται από το νόμο και το ποσό των τόκων προκύπτει με απλό μαθηματικό υπολογισμό (βλ. Κεραμέα-Κονδύλη-Νίκα, ό.π. άρθρο 624, σελ.1165), σε κάθε δε περίπτωση η ανακόπτουσα δεν επικαλείται εσφαλμένο υπολογισμό ή ανακρίβεια των επιμέρους κονδυλίων της ανωτέρω επιταγής προς πληρωμή. Σύμφωνα δε με το διατακτικό της ένδικης διαταγής πληρωμής, η ανακόπτουσα διατάσσεται να καταβάλει στον καθ’ου για κεφάλαιο το ποσό των 5.076,40 ευρώ, «νομιμοτόκως από την ημερομηνία υποχρέωσης καταβολής της νόμιμης αποζημίωσης κατά την οποία η αξίωση του αιτούντος κατέστη ληξιπρόθεσμη και απαιτητή, ήτοι για τη δεύτερη δόση ποσού 2538,20 ευρώ από 1-11-2018 και για την τρίτη δόση ποσού 2.538,20 ευρώ από την 1-1-2019 μέχρις εξοφλήσεως», τα δε δεδομένα βάσει των οποίων υπολογίζονται οι αναφερόμενοι στην ως άνω διαταγή πληρωμής τόκοι είναι γνωστά στην ανακόπτουσα.

Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι η ανακόπτουσα με τις προτάσεις της, το πρώτον επικαλέστηκε ότι η διαταγή πληρωμής τυγχάνει ακυρωτέα, λόγω ελλείψεως κατά τόπον αρμοδιότητας του εκδόσαντος τη διαταγή πληρωμής Δικαστηρίου. Ο λόγος αυτός απαραδέκτως δικονομικά προβάλλεται με τις προτάσεις, βάσει της αρχής της προδικασίας, αφού σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 585 παρ.2 του ΚΠολΔ νέοι λόγοι μπορούν να προταθούν μόνο με πρόσθετο δικόγραφο, που κατατίθεται στη γραμματεία του Δικαστηρίου προς το οποίο απευθύνεται η ανακοπή συντασσομένης σχετικής έκθεσης και κοινοποιείται στον αντίδικο (Κεραμέας-Κονδύλης-Νίκας, ό.π., άρθρο 585, σελ.1087, Στ. Πανταζόπουλος, Η ανακοπή κατά διαταγής πληρωμής, Γ’έκδοση, σελ.271).

Συνακόλουθα και αφού δεν αποδείχθηκε η βασιμότητα των λόγων της ανακοπής της ανακόπτουσας, πρέπει η υπό κρίση ανακοπή να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμη και να επικυρωθεί η προσβαλλόμενη με αριθμό ..../2019 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Ειρηνοδικείου Αθηνών (άρθρο 633 παρ.1 του ΚΠολΔ) καθώς και η από 28-3-2019 επιταγή προς πληρωμή του καθ’ου παρά πόδας αντιγράφου από το πρώτο απόγραφο εκτελεστό της διαταγής πληρωμής. (...)

 

[ ΠΗΓΗ : ΔΕΛΤΙΟΝ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ]