ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
Τμήμα 9ο Μονομελές
ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ
(εν συμβουλίω)
Αριθμός απόφασης: Ν427/2024
Συνήλθε στο κατάστημα του Δικαστηρίου την 26η Ιουλίου 2024, με δικαστή τον Ιωάννη Αγγέλου, Πρωτοδίκη ΔΔ, και γραμματέα τον Βασίλειο Γκότση, δικαστικό υπάλληλο,
για να κρίνει την αίτηση αναστολής με ημεροχρονολογία κατάθεσης 22 Ιουλίου 2024 (…………../2024),
του Χ……………., κατοίκου …………. (οδός ………….. αριθμός ………),
κατά του Ελληνικού Δημοσίου, το οποίο εκπροσωπείται από την Προϊσταμένη Διεύθυνσης του Κέντρου Βεβαίωσης και Είσπραξης («ΚΕΒΕΙΣ») ………. της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων («ΑΑΔΕ»).
Αφού μελέτησε τη δικογραφία,
σκέφθηκε κατά τον Νόμο.
Η κρίση του είναι η εξής:
1. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολo (σχετ. το ………….. έγγραφο, εκτυπωθέν από την ηλεκτρονική εφαρμογή «e-παράβολο» της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης, με συνημμένο το αντίστοιχο τραπεζικό αποδεικτικό πληρωμής), ζητείται η αναστολή εκτέλεσης της …………../10.7.2024 έκθεσης του Δικαστικού Επιμελητή του Εφετείου ……….. Γ………….., με την οποία επιβλήθηκε αναγκαστική κατάσχεση, δυνάμει της ……………./29.5.2024 παραγγελίας της Προϊσταμένης της ... Υποδιεύθυνσης του ΚΕΒΕΙΣ ………… της ΑΑΔΕ, επί δικαιώματος πλήρους κυριότητας τo οποίο φέρεται να έχει ο αιτών σε ποσοστό 18,75% επί της αναφερόμενης στην έκθεση αυτή ακίνητης περιουσίας, η οποία ευρίσκεται στη θέση «……….» της Κτηματικής Περιφέρειας του Δήμου ………… της Περιφέρειας ………….. Η ως άνω αναγκαστική κατάσχεση επιβλήθηκε κατ’ επίκληση των οριζομένων στα άρθρα 38 επ. του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (ν. 4978/2022) ως μέτρο διοικητικής εκτέλεσης για την είσπραξη ληξιπρόθεσμων φορολογικών οφειλών της εταιρείας με την επωνυμία «……………», οι οποίες ανάγονται στα φορολογικά έτη 2019-2021 και 2023, και αναζητούνται από τον ανακόπτοντα ως αλληλεγγύως ευθυνόμενο (κατ’ άρθρο 50 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας, ν. 4174/2013) λόγω της αποδιδόμενης σε αυτόν ιδιότητας του διαχειριστή της ως άνω εταιρείας. Η κρινόμενη αναστολή εκτέλεσης ζητείται έως τη δημοσίευση οριστικής απόφασης επί της ανακοπής (…………../19.7.2024) την οποία έχει ασκήσει ο αιτών κατά της προαναφερθείσας …………./10.7.2024 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης, και εκκρεμεί προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου.
2. Επειδή, στο άρθρο 200 του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του ν. 2717/1999 Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας («ΚΔΔ», Α’ 97), όπως το άρθρο αυτό έχει αντικατασταθεί δυνάμει του άρθρου 17 του ν. 3659/2008 (Α’ 77), ορίζεται ότι «Σε κάθε περίπτωση που η προθεσμία ή η άσκηση της προσφυγής δεν συνεπάγεται κατά νόμο την αναστολή εκτέλεσης της προσβαλλόμενης εκτελεστής ατομικής διοικητικής πράξης και εφόσον στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν έχει χορηγηθεί αναστολή από την αρμόδια διοικητική αρχή, μπορεί, ύστερα από αίτηση εκείνου που άσκησε την προσφυγή, να ανασταλεί, με συνοπτικά αιτιολογημένη απόφαση του δικαστηρίου, εν όλω ή εν μέρει η εκτέλεση της πράξης αυτής». Περαιτέρω, στο άρθρο 202 του ίδιου Κώδικα, όπως το άρθρο αυτό ισχύει μετά από την αντικατάστασή του δυνάμει του άρθρου 34 του ν. 3900/2010 (Α’ 213), ορίζεται ότι: «1. Η αίτηση αναστολής γίνεται δεκτή μόνο εφόσον ο αιτών επικαλεσθεί και αποδείξει ότι η άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης θα του προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη ή αν το δικαστήριο εκτιμά ότι το ένδικο βοήθημα είναι προδήλως βάσιμο. 2. [...] 3. Σε κάθε περίπτωση, η αίτηση απορρίπτεται: α) εάν η προσφυγή είναι προδήλως απαράδεκτη ή αβάσιμη, ακόμη και αν η βλάβη του αιτούντος, από την άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης είναι ανεπανόρθωτη, β) αν κατά τη στάθμιση της βλάβης του αιτούντος, των συμφερόντων τρίτων και του δημόσιου συμφέροντος, κρίνεται ότι οι αρνητικές συνέπειες από την αποδοχή θα είναι σοβαρότερες από την ωφέλεια του αιτούντος. γ) [...] 4. [...]», στο δε άρθρο 203 του ΚΔΔ, ορίζεται ότι «1. […] 2. […] Στις φορολογικές […] διαφορές […] η αίτηση αναστολής περιλαμβάνει με ποινή το απαράδεκτο της ασκήσεώς της, κατάσταση στην οποία ο αιτών δηλώνει: α) το παγκόσμιο εισόδημά του από κάθε πηγή και β) την περιουσιακή του κατάσταση στην Ελλάδα και οπουδήποτε στην αλλοδαπή. Αν ο αιτών είναι φυσικό πρόσωπο, δηλώνεται και το παγκόσμιο εισόδημα από κάθε πηγή, καθώς και η περιουσιακή κατάσταση οπουδήποτε στην Ελλάδα και στην αλλοδαπή του ή της συζύγου και των ανηλίκων τέκνων. […] Η περιουσιακή κατάσταση περιλαμβάνει ιδίως τα εμπράγματα και ενοχικά δικαιώματα σε ακίνητα, τις καταθέσεις οποιουδήποτε είδους και τα συναφή τραπεζικά προϊόντα, τις επενδύσεις σε κινητές αξίες, τα μηχανοκίνητα ιδιωτικά μέσα μεταφοράς, τα δάνεια και τις δωρεές, τις μετοχές, τα μερίδια, τα δικαιώματα ψήφου ή συμμετοχής σε κεφάλαιο σε οποιασδήποτε μορφής νομική οντότητα […] και τα εμπράγματα και ενοχικά δικαιώματα σε κινητά μεγάλης αξίας. Μαζί με την περιουσιακή κατάσταση, δηλώνεται από τον αιτούντα και η εκτιμώμενη αγοραία αξία των περιουσιακών στοιχείων που περιλαμβάνονται σε αυτήν. […] 3. […]» (όπως οι διατάξεις αυτές ισχύουν μετά τις προσθήκες της Παραγράφου 6.α του άρθρου πρώτου της από 30.4.2012 πράξης νομοθετικού περιεχομένου, Α’ 103, κυρωθείσας δυνάμει του άρθρου δεύτερου του ν. 4079/2012, Α’ 180, και τις τροποποιήσεις οι οποίες επήλθαν δυνάμει της παρ. 1 του άρθρου 12 του ν. 4051/2012, Α’ 40). Τέλος, στο άρθρο 205 του ΚΔΔ, ορίζεται ότι: 1. Αν γίνει εν όλω ή εν μέρει δεκτή η αίτηση, διατάσσεται η ολική ή μερική αναστολή εκτέλεσης της προσβαλλόμενης με την αντίστοιχη προσφυγή πράξης […] 2. Η αναστολή […] ισχύει ως τη δημοσίευση της οριστικής απόφασης για την προσφυγή. 3. […]». Εξ άλλου, στο άρθρο 217 του ΚΔΔ, προβλέπεται ότι «1. Ανακοπή χωρεί κατά κάθε πράξης που εκδίδεται στα πλαίσια της διαδικασίας της διοικητικής εκτέλεσης [...]» και στο άρθρο 228 (όπως η παρ. 1 του άρθρου αυτού ισχύει μετά από την αντικατάστασή της δυνάμει του άρθρου 326 παρ. 8 του ν. 4072/2012, Α’ 86), ότι «1. Η προθεσμία άσκησης, καθώς και η άσκηση της ανακοπής δεν αναστέλλουν την εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης [...] Στις περ. α’, β’ και δ’ του άρθρου 217 και για όσο χρόνο εκκρεμεί η ανακοπή μπορεί να υποβληθεί από τον ανακόπτοντα αίτηση για την αναστολή της εκτέλεσης των προσβαλλόμενων πράξεων. 2. Καθ’ ύλην και κατά τόπο αρμόδιο, για την εκδίκαση της αίτησης της προηγούμενης παραγράφου είναι το κατά το άρθρο 218 δικαστήριο, εφόσον σε αυτό εκκρεμεί η ανακοπή, το οποίο και εκδικάζει την αίτηση κατά τη διαδικασία των διατάξεων των άρθρων 200 έως και 209, οι οποίες εφαρμόζονται αναλόγως».
3. Επειδή, κατά την έννοια των προεκτεθεισών διατάξεων του άρθρου 202 παρ. 1 του ΚΔΔ, περίπτωση πρόδηλης βασιμότητας του κυρίου ενδίκου βοηθήματος, η οποία δικαιολογεί τη χορήγηση αναστολής εκτέλεσης της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης, συντρέχει ιδίως όταν η τελευταία πάσχει από προφανή παρανομία, ή όταν οι προβαλλόμενοι με το κύριο ένδικο βοήθημα λόγοι βασίζονται σε πάγια νομολογία ή σε νομολογία της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας· αντιθέτως, προς τούτο δεν αρκεί μόνη η πιθανολόγηση της ευδοκίμησης του κυρίου ενδίκου βοηθήματος [πρβλ., μεταξύ άλλων, ΣτΕ (ΕΑ) 158/2020, σκ. 8, 232/2019, 410/2018, (Ολ.) 496/2011 κ.α.]. Περαιτέρω, ως «ανεπανόρθωτη» βλάβη, κατά την έννοια των προεκτεθεισών διατάξεων, η αποσόβηση της οποίας καθιστά επιβεβλημένη την παροχή προσωρινής δικαστικής προστασίας, νοείται όχι μόνον η κατά κυριολεξία μη αναστρέψιμη, αλλά και εκείνη της οποίας η αποκατάσταση, υπό τις συγκεκριμένες οικονομικές και λοιπές συνθήκες, είναι για τον διάδικο δυσχερής σε τέτοιον βαθμό, ώστε να αδυνατεί πράγματι να την επιτύχει [πρβλ. ΣτΕ (ΕΑ) 496/2011, σκ. 7, 643/2011 κ.α.]. Μόνη δε η οικονομική ζημία την οποία προκαλεί η εκτέλεση διοικητικής πράξης, δεν συνιστά ανεπανόρθωτη βλάβη ικανή να δικαιολογήσει την αποδοχή αίτησης αναστολής εκτέλεσης της πράξης αυτής, εκτός εάν αποδεικνύεται ότι η προκαλούμενη ζημία έχει τέτοια έκταση, ώστε η οικονομική επιβάρυνση από την εκτέλεσή της να συνεπάγεται στέρηση των μέσων βιοπορισμού του αιτούντος και της οικογένειάς του (στην περίπτωση φυσικού προσώπου), ή οικονομικό κλονισμό του, σε βαθμό που να τίθεται σε κίνδυνο η υπόστασή του (στην περίπτωση νομικού προσώπου) [πρβλ. ΣτΕ (ΕΑ) 19/2021, 197/2020, 262-263/2019, 241/2017, 236/2014, 313/2011 κ.α., ΔΕφΑθ 126/2022 κ.α.]. Στην περίπτωση συνδρομής των ως άνω προϋποθέσεων, η αναστολή εκτέλεσης χορηγείται εφ’ όσον δεν συντρέχουν λόγοι υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος κωλύοντες τη χορήγησή της [πρβλ. ΣτΕ (EA) 92/2021, 234/2018, 236/2014, 159/2010].
4. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Με την …………/10.7.2024 έκθεση του Δικαστικού Επιμελητή του Εφετείου ………… Γ………………, εκδοθείσα δυνάμει της ………………./29.5.2024 παραγγελίας για αναγκαστική κατάσχεση της Προϊσταμένης της Β’ Υποδιεύθυνσης του ΚΕΒΕΙΣ …………… της ΑΑΔΕ, επιβλήθηκε αναγκαστική κατάσχεση επί δικαιώματος πλήρους κυριότητας το οποίο φέρεται να έχει ο ανακόπτοντων σε ποσοστό 18,75% επί της αναφερόμενης στην έκθεση αυτή ακίνητης περιουσίας ευρισκόμενης στη θέση «……………..» της Κτηματικής Περιφέρειας του Δήμου ………… της Περιφέρειας …………... Ειδικότερα, με την ως άνω έκθεση κατασχέθηκε αγροτεμάχιο κείμενο εκτός εγκεκριμένου σχεδίου πόλεως και ζώνης που βρίσκεται στην θέση «…………» της Κτηματικής Περιφέρειας του Δήμου ………….. της Περιφερειακής Ενότητας ………….……… της Περιφέρειας ……….. Το ακίνητο αυτό φέρει «Κωδικό Αριθμό Εθνικού Κτηματολογίου» («ΚΑΕΚ») ……………… έχει έκταση περίπου 195,20 τ.μ. μετά των παραρτημάτων, παρακολουθημάτων και προσαυξημάτων αυτού, και εμφαίνεται υπό τον αριθμό 7 στο από 31.5.1969 σχεδιάγραμμα του μηχανικού Ι………….., προσαρτηθέν στο .../1969 συμβόλαιο, και συνορεύει: αρκτικώς, με το υπ’ αριθμόν 8 αγροτεμάχιο ιδιοκτησίας ιδίου επί πλευράς μ.μ. 11,00· δυτικώς, με ιδιωτική οδό επί προσώπου μ.μ. 17,80· μεσημβρινώς με ιδιωτική οδό επί προσώπου μ.μ. 1,00· και ανατολικώς με το υπ’ αριθμόν ... εν μέρει και εν μέρει με το υπ’ αριθμόν ... αγροτεμάχιο του σχεδιαγράμματος επί συνολικής πλευράς μ.μ. 17,80. Επί του ως άνω αγροτεμαχίου υφίσταται κτίσμα επιφανείας περίπου 50 τ.μ.. Η κατασχόμενη ακίνητη περιουσία φέρεται να περιήλθε στον αιτούντα (και καθ’ ου η ένδικη εκτέλεση) από εξ αδιαθέτου κληρονομιά του πατέρα του, Ι…………….., στον οποίον είχε περιέλθει δυνάμει του ………../13.6.1969 συμβολαίου του Συμβολαιογράφου …………. Κ………….., νομίμως μετεγγραμμένου στο Υποθηκοφυλακείο …….. (Τόμος ………., Αριθμός ……….), σε συνδυασμό με την …………/72 πράξη εξόφλησης του Συμβολαιογράφου Π…………., επίσης νομίμως μετεγγραμμένης στο Υποθηκοφυλακείο ……….. (Τόμος ………, Αριθμός …………), και σε συνδυασμό με την ………………/99 απόφαση διορθωτικής πράξης Εφαρμογής της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης ……………., επίσης νομίμως μετεγγραμμένης στο Υποθηκοφυλακείο ………. (Τόμος ………, Αριθμός ……….). Η αξία της άνω κατασχεθείσας ακίνητης περιουσίας εκτιμήθηκε από τον αρμόδιο επί της ένδικης αναγκαστικής εκτελέσεως Δικαστικό Επιμελητή, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 39 παρ. 5 του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (ν. 4978/2022, Α’ 190) και 1 της ΠΟΛ.1011/18.1.2018 κοινής απόφασης του Υπουργού και του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της ΑΑΔΕ (Β’ 63/18.1.2018), στην εμπορική του αξία, η οποία φέρεται να ανέρχεται στο ποσό των 12.500 ευρώ, το οποίο ορίσθηκε και ως τιμή πρώτης προσφοράς. Η ως άνω αναγκαστική κατάσχεση επιβλήθηκε κατ’ επίκληση των διατάξεων των άρθρων 38 επ. του ΚΕΔΕ, ως μέτρο διοικητικής εκτέλεσης για την είσπραξη ληξιπρόθεσμων φορολογικών οφειλών της εταιρείας με την επωνυμία «…………………..». Οι οφειλές αυτές έχουν βεβαιωθεί ταμειακώς εκ μέρους του Προϊσταμένου της ΔΟΥ ………………, και δυνάμει των ………./7.2.2022, ………/17.3.2023, ………../20.3.2023, ………../29.3.2023, ………/3.4.2023, ………../4.4.2023 και …………/31.8.2023 πράξεων ταμειακής βεβαίωσης, ανάγονται στα φορολογικά έτη 2019-2021 και 2023, και εκτελούνται αναγκαστικώς εις βάρος του ανακόπτοντος υπό την ιδιότητα του αλληλεγγύως ευθυνόμενου (κατ’ άρθρο 50 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας) λόγω της αποδιδόμενης σε αυτόν ιδιότητας του διαχειριστή της ως άνω εταιρείας. Κατά της ως άνω ………/10.7.2024 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ο αιτών έχει ασκήσει ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου την ανακοπή με αριθμό κατάθεσης ……………/19.7.2024, η οποία εκκρεμεί προς εκδίκαση. Με τη δε …………./25.7.2024 προσωρινή διαταγή της αρμόδιας Δικαστού του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, εκδοθείσας κατ’ αποδοχή σχετικού αιτήματος του αιτούντος και δυνάμει των οριζομένων στο άρθρο 204 παρ. 3 του ΚΔΔ, διατάχθηκε η αναστολή εκτέλεσης της ως άνω έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης, μέχρι την έκδοση της οριστικής απόφασης του Δικαστηρίου επί της κρινόμενης αίτησης. Ήδη, με την κρινόμενη αίτηση ζητείται η αναστολή εκτέλεσης της ως άνω έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης, έως τη δημοσίευση της οριστικής απόφασης του Δικαστηρίου επί της προαναφερθείσας ανακοπής.
5. Επειδή ειδικότερα, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται, κατά πρώτον, ότι η άμεση εκτέλεση της ……………./10.7.2024 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης πρέπει ν’ ανασταλεί, εν όψει της βέβαιης ευδοκίμησης της ανακοπής την οποία έχει ασκήσει ο αιτών κατά της πράξης αυτής. Με τη δε ανακοπή αυτή προβάλλεται ότι η προρρηθείσα καταλογιστική πράξη πάσχει νομικής πλημμέλειας και ζητείται η ακύρωσή της. Προς τούτο προβάλλεται κατ’ αρχάς ότι ο ανακόπτων δεν έχει δικαίωμα πλήρους κυριότητας επί του ενδίκου ποσοστού της κατασχόμενης ακίνητης περιουσίας, ελλείψει συμβολαιογραφικού τίτλου, αλλά και ελλείψει υποβολής, εκ μέρους του ανακόπτοντος προς την αρμόδια Δημόσια Οικονομική Υπηρεσία, δήλωσης αποδοχής της εξ αδιαθέτου κληρονομίας του πατρός του, μέρος της οποίας αποτελεί το κατασχόμενο ακίνητο. Εξ άλλου, με την ως άνω ανακοπή προβάλλεται ότι ο ανακόπτων ουδέποτε είχε κατά τον κρίσιμο χρόνο την αποδιδόμενη σε αυτόν από τη φορολογική Αρχή ιδιότητα του διαχειριστή της εταιρείας με την επωνυμία «……………..» (με αριθμό φορολογικού μητρώου 800890264 και αριθμό καταχώρισης στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο …………….), καθώς δεν ασκούσε εν τοις πράγμασι καθήκοντα διαχείρισης και εκπροσώπησης της εταιρείας αυτής· κατά συνέπεια, προβάλλεται ότι κατ’ εσφαλμένη εφαρμογή των οριζομένων στο άρθρο 50 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013, Α’ 170) ο ανακόπτων θεωρήθηκε ως αλληλεγγύως ευθυνόμενος για τις φορολογικές οφειλές της ως άνω εταιρείας, για την ικανοποίηση των οποίων επισπεύσθηκε η ένδικη διοικητική εκτέλεση. Επικουρικώς, διά της ως άνω ανακοπής προβάλλεται ότι η τελευταία αυτή διαδικασία πάσχει νομικής πλημμέλειας, λόγω αοριστίας της ανακοπτόμενης έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ως προς την περιγραφή της κατασχόμενης περιουσίας· άλλως, λόγω της μη οριστικοποίησης του νομίμου τίτλου της εκτέλεσης, ελλείψει νόμιμης κοινοποίησης των οικείων καταλογιστικών πράξεων. Τέλος, προβάλλεται ότι η ένδικη αναγκαστική κατάσχεση είναι αντίθετη με την κατοχυρούμενη στο άρθρο 25 του Συντάγματος αρχή της αναλογικότητας, εν όψει της αξίας της κατασχόμενης περιουσίας συγκριτικά με το ύψος των ληξιπρόθεσμων φορολογικών οφειλών της «……………..».
6. Επειδή, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, οι προεκτεθέντες λόγοι οι οποίοι προβάλλονται διά του εκκρεμούς κυρίου ενδίκου βοηθήματος δεν παρίστανται προδήλως βάσιμοι, κατά την έννοια του άρθρου 202 παρ. 1 του ΚΔΔ και σύμφωνα με όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στην τρίτη σκέψη. Τούτο διότι τα σχετικώς προβαλλόμενα δεν ερείδονται επί παγίας νομολογίας, ή επί νομολογίας της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας· η δε εξέταση των ισχυρισμών αυτών απαιτεί ενδελεχή έρευνα και εκτίμηση του πραγματικού και νομικού μέρους της ένδικης υπόθεσης. Η τελευταία αυτή κρίση εμπίπτει στην αρμοδιότητα του αρμοδίου για την εκδίκαση του κυρίου ενδίκου βοηθήματος δικαστηρίου, χωρίς να δύναται να χωρήσει στο πλαίσιο της κρίσης περί της χορήγησης ή μη προσωρινής αναστολής εκτέλεσης της προσβαλλόμενης διά της εκκρεμούς ανακοπής πράξης [πρβλ. ΣτΕ (ΕΑ) 176/2019, σκ. 7, 252/2017, 15/2015, 2/2014, 684/2012, 636/2001, ΔΕφΘεσ 35/2020, ΔΕφΑθ 96/2019 κ.α.]. Συνεπεία τούτων, το Δικαστήριο κρίνει ότι ο ως άνω προβαλλόμενος με την κρινόμενη αίτηση λόγος είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.
7. Επειδή, περαιτέρω, με την κρινόμενη αίτηση προβάλλεται ότι η άμεση εκτέλεση της …………/10.7.2024 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης θα επιφέρει στον αιτούντα ανεπανόρθωτη οικονομική βλάβη. Προς απόδειξη του λόγου αυτού, ο αιτών προσκομίζει μετ’ επικλήσεως, κατά πρώτον, τις …………, ………../12.7.2024 εκθέσεις του Δικαστικού Επιμελητή της Περιφέρειας του Εφετείου ………., Κ……….., περί επίδοσης, αντιστοίχως, αντιγράφων της κρινόμενης αίτησης αναστολής και της ανακοπής με αριθμό κατάθεσης ……………/19.7.2024 προς την αρμόδια υπάλληλο του ΚΕΒΕΙΣ, καθώς και απλά φωτοτυπικά αντίγραφα και εκτυπώσεις από τα εξής αποδεικτικά στοιχεία: (α) Την απαιτούμενη εν προκειμένω, κατ’ άρθρο 203 παρ. 2 του ΚΔΔ, δήλωση παγκοσμίου εισοδήματος του αιτούντος και της συζύγου του, Ζ…………., με συνημμένη υπεύθυνη δήλωση του αιτούντος περί της ακρίβειας των δηλωθέντων περιουσιακών στοιχείων. Σύμφωνα με το περιεχόμενο της ως άνω δήλωσης, όπως αυτό επιβεβαιώνεται από την επίσης προσκομιζόμενη από 26.7.2024 βεβαίωση του πιστωτικού ιδρύματος με την επωνυμία «……………. AE», ο αιτών και η σύζυγός του διατηρούν έναν τραπεζικό λογαριασμό, με υπόλοιπο 3,09 ευρώ. (β) Κοινές δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος του αιτούντος και της συζύγου του, συνοδευόμενες από τις αντίστοιχες πράξεις διοικητικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος, φορολογικού έτους 2018 (για το οποίο δηλώθηκε συνολικό φορολογητέο εισόδημα ύψους 3.593,30 ευρώ για τον αιτούντα και 7.157,91 ευρώ για τη σύζυγό του, αμφότερα από μισθωτή εργασία/ συντάξεις, με μηδενικό αποτέλεσμα εκκαθάρισης), 2019 (για το οποίο δηλώθηκε συνολικό φορολογητέο εισόδημα ύψους 39,77 ευρώ για τον αιτούντα και 7.701,10 ευρώ για τη σύζυγό του, αμφότερα από μισθωτή εργασία/ συντάξεις, με μηδενικό αποτέλεσμα εκκαθάρισης), 2020 (για το οποίο δηλώθηκε συνολικό φορολογητέο εισόδημα ύψους 1.843,74 ευρώ για τον αιτούντα και 5.053,32 ευρώ για τη σύζυγό του, αμφότερα από μισθωτή εργασία/ συντάξεις, με μηδενικό αποτέλεσμα εκκαθάρισης), 2021 (για το οποίο δηλώθηκε συνολικό φορολογητέο εισόδημα ύψους 2.056,92 ευρώ για τον αιτούντα και 2.176,34 ευρώ για τη σύζυγό του, αμφότερα από μισθωτή εργασία/ συντάξεις, με μηδενικό αποτέλεσμα εκκαθάρισης), 2022 (για το οποίο δηλώθηκε συνολικό φορολογητέο εισόδημα ύψους 1.014,56 ευρώ για τον αιτούντα και 0,01 ευρώ για τη σύζυγό του, αμφότερα από μισθωτή εργασία/συντάξεις και επιδόματα ανεργίας, με μηδενικό αποτέλεσμα εκκαθάρισης), και φορολογικού έτους 2023 (για το οποίο δηλώθηκε συνολικό φορολογητέο εισόδημα ύψους 2.691,05 ευρώ για τον αιτούντα και 3.094,53 ευρώ για τη σύζυγό του, αμφότερα από μισθωτή εργασία/ συντάξεις και επιδόματα ανεργίας, με μηδενικό αποτέλεσμα εκκαθάρισης). Και, (γ) εκτυπώσεις από τον ιστότοπο της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, από τις οποίες προκύπτει ότι ο αιτών δεν έχει υποβάλει δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης («έντυπα Ε9) κατά τα φορολογικά έτη 2020-2024.
8. Επειδή, διά της …………../24.7.2024 έκθεσης απόψεων της Προϊσταμένης Διεύθυνσης του ΚΕΒΕΙΣ, το καθ’ ου αρνείται ότι η εκτέλεση της της …………/10.7.2024 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης πρόκειται να επιφέρει την προβαλλόμενη υπό του αιτούντος ανεπανόρθωτη βλάβη, και ζητεί την εν όλω απόρριψη της κρινόμενης αίτησης. Προς τούτο, χωρίς ν’ αμφισβητεί την ακρίβεια των αναφερθέντων στην προηγούμενη σκέψη οικονομιών στοιχείων τα οποία αφορούν στην ατομική οικονομική κατάσταση του αιτούντος και της συζύγου του, το καθ’ ου αναφέρεται κυρίως στα οικονομικά στοιχεία τα οποία προκύπτουν από τη δραστηριότητα της «……………..», και προκύπτουν από τις υποβληθείσες εκ μέρους της εταιρείας αυτής φορολογικές δηλώσεις των τελευταίων ετών, προβάλλοντας ότι τα οικονομικά μεγέθη της εταιρείας δεν δικαιολογούν τη χορήγηση της κρινόμενης αίτησης αναστολής ελλείψει στοιχειοθέτησης ανεπανόρθωτης οικονομικής βλάβης του αιτούντος.
9. Επειδή, συνεκτιμώντας τις ανεπανόρθωτες έννομες συνέπειες τις οποίες συνεπάγεται το μέτρο της αναγκαστικής κατάσχεσης (και οι επακολουθούσες πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης) για το ιδιοκτησιακό καθεστώς της ένδικης ακίνητης περιουσίας, με την οικονομική κατάσταση του αιτούντος και της συζύγου του (ήτοι, τα ιδιαιτέρως χαμηλά δηλωθέντα εισοδήματά του καθ’ όλη τη σειρά των φορολογικών ετών 2018-2024, την ανυπαρξία ακίνητης περιουσίας των ως άνω -πλην του αμφισβητούμενου ιδιοκτησιακού καθεστώτος του κατασχόμενου αγροτεμαχίου-, και τα σχεδόν μηδενικά υπόλοιπα των τραπεζικών καταθέσεών τους), όπως η κατάσταση αυτή προκύπτει από το περιεχόμενο της δήλωσης περιουσιακής κατάστασης και των λοιπών αποδεικτικών που εκτέθηκαν στην έβδομη σκέψη, το Δικαστήριο κρίνει ότι η άμεση εκτέλεση της ………../10.7.2024 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου θα προκαλέσει στον αιτούντα οικονομική βλάβη ανεπανόρθωτη, και στην περίπτωση ακόμη που ευδοκιμήσει εν τέλει η ασκηθείσα κατά των πράξεων αυτών ανακοπή. Ειδικότερα, το Δικαστήριο κρίνει ότι η αμφισβήτηση εκ μέρους του αιτούντος του δικαιώματός του πλήρους κυριότητας σε ποσοστό 18,75% επί της κατασχόμενης ακίνητης περιουσίας, δεν αντιφάσκει με την κατά τα ως άνω ανεπανόρθωτη βλάβη του από την άμεση εκτέλεση της …………/10.7.2024 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης. Τούτο, υπό το πρίσμα των προεκτεθεισών εννόμων συνεπειών του μέτρου της αναγκαστικής κατάσχεσης, και δεδομένου ότι, κατά τα προβαλλόμενα διά του κυρίου ενδίκου βοηθήματος, ο ανακόπτων δεν έχει δικαίωμα πλήρους κυριότητας επί του ενδίκου ποσοστού της κατασχόμενης ακίνητης περιουσίας, προεχόντως ελλείψει υποβολής δήλωσης αποδοχής της εξ αδιαθέτου κληρονομίας του πατρός του, μέρος της οποίας αποτελεί το κατασχόμενο ακίνητο (βλ. και το προσκομιζόμενο υπό του αιτούντος από 21.7.2024 απόσπασμα περιγραφικής βάσης της κατασχόμενης ακίνητης περιουσίας, εκδόσεως του Κτηματολογικού Γραφείου …………, από το οποίο προκύπτει ότι έχει δηλωθεί δικαίωμα πλήρους κυριότητας επί ποσοστού 18,75% επί του κατασχόμενου αγροτεμαχίου, με αιτία κτήσης «[κ]ληρονομία», και τη σημείωση ότι «εκκρεμεί αποδοχή κληρονομίας […]»). Η δε δήλωση αποδοχής της ως άνω κληρονομίας υποβάλλεται απροθέσμως, με το ζήτημα της υποβολής της αντίστοιχης δήλωσης φόρου κληρονομιάς να εξετάζεται χωριστά. Τούτων δοθέντων, το Δικαστήριο κρίνει ότι η εκτέλεση της …………../10.7.2024 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης πρέπει ν’ ανασταλεί, μέχρι την έκδοση της οριστικής απόφασης του Δικαστηρίου επί της ανακοπής που έχει ασκηθεί εκ μέρους του αιτούντος κατά της ως άνω πράξης διοικητικής εκτέλεσης.
10. Επειδή, κατ’ ακολουθίαν, η κριθείσα αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή, και ν’ ανασταλεί η εκτέλεση της ένδικης ………../10.7.2024 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακινήτου, μέχρι τη δημοσίευση οριστικής απόφασης επί της ανακοπής (……………/19.7.2024) την οποία έχει ασκήσει ο αιτών κατά της πράξης αυτής, και εκκρεμεί προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου. Τέλος, το καταβληθέν παράβολο πρέπει ν’ αποδοθεί στον αιτούντα (κατ’ άρθρο 277 παρ. 9 εδ. α’ του ΚΔΔ), το δε Ελληνικό Δημόσιο πρέπει, εκτιμωμένων των περιστάσεων, ν’ απαλλαγεί από την υποχρέωση καταβολής των δικαστικών εξόδων του αιτούντος (κατ’ άρθρο 275 παρ. 1 τελ. εδ. του ΚΔΔ).
Διά ταύτα
Δέχεται την αίτηση.
Διατάσσει την αναστολή της εκτέλεσης της ………./10.7.2024 έκθεσης του Δικαστικού Επιμελητή του Εφετείου ………. , με την οποία επιβλήθηκε αναγκαστική κατάσχεση, δυνάμει της ………………/29.5.2024 παραγγελίας της Προϊσταμένης της Β’ Υποδιεύθυνσης του ΚΕΒΕΙΣ ………… της ΑΑΔΕ, επί δικαιώματος πλήρους κυριότητας τo οποίο φέρεται να έχει ο αιτών σε ποσοστό 18,75% επί της αναφερόμενης στην έκθεση αυτή ακίνητης περιουσίας, η οποία ευρίσκεται στη θέση «………….» του Δήμου ……….., και μέχρι τη δημοσίευση οριστικής απόφασης επί της ανακοπής (…………./19.7.2024) η οποία έχει ασκηθεί κατά της πράξης αυτής, και εκκρεμεί προς εκδίκαση ενώπιον του Δικαστηρίου.
Διατάσσει την απόδοση του καταβληθέντος παραβόλου στον αιτούντα.
Απαλλάσσει το Ελληνικό Δημόσιο από την υποχρέωση καταβολής των δικαστικών εξόδων του αιτούντος.
Η απόφαση τούτη εκδόθηκε στο κατάστημα του Δικαστηρίου την 1η Αυγούστου 2024.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ
Ιωάννης Αγγέλου
Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Βασίλειος Γκότσης