ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΑΡΙΘΜΟΣ 848/2022

 

Δικαστής : Χαράλαμπος Μαυρίδης

 

[…] 3. Σύμφωνα με το ισχύον νομικό πλαίσιο (άρθρ. 1513 παρ. 1 εδ. β και γ του ΑΚ, σε συνδυασμό με το άρθρο 1514 του ΑΚ), σε περίπτωση διαζυγίου ή ακύρωσης του γάμου ή διακοπής της συμβίωσης, οι επιλογές του δικαστηρίου, για την ανάθεση της άσκησης της γονικής μέριμνας (εκπροσώπηση, διαχείριση και επιμέλεια) των τέκνων, γεννημένων σε γάμο, είναι οι ακόλουθες τέσσερις: α) Να αναθέσει την άσκηση της γονικής μέριμνας σε έναν από τους γονείς, β) να αναθέσει την άσκηση της γονικής μέριμνας και στους δύο γονείς, από κοινού, γ) να κατανείμει, λειτουργικά ή χρονικά, την άσκηση της γονικής μέριμνας μεταξύ των γονέων και δ) να την αναθέσει σε τρίτον (Αγαλλοπούλου σε Γεωργιάδη/Σταθόπουλο ΑΚ, τ. VIII, 2003, αριθ. 29, Μανωλεδάκη, Οικογενειακό Δίκαιο, τ. II, 2012). Στον ελληνικό Αστικό Κώδικα προβλέπεται η χρονική κατανομή ή εναλλασσόμενη άσκηση όλων των εκφάνσεων της γονικής μέριμνας. Επιφυλάξεις διατυπώθηκαν από την ελληνική θεωρία, ως προς την σκοπιμότητα αυτής της ρύθμισης, καθόσον η παράλληλη ύπαρξη δύο (2) κέντρων ζωής θεωρείται ότι δημιουργεί στο τέκνο έλλειψη σταθερότητας και ανασφάλεια, που αναστατώνουν και απορρυθμίζουν την ζωή του παιδιού. Επιπλέον, προβλέπεται ότι θα δημιουργηθούν συνεχείς εντάσεις και τριβές μεταξύ των γονέων, καθόσον η εναλλασσόμενη ανατροφή απαιτεί μία πραγματική συνεργασία μεταξύ τους στις επιλογές και στην διαχείριση του ανηλίκου, κατά τρόπο παραγωγικό (Παπαχρίστου, Αρμ 1985.101-103). Στον διεθνή χώρο, υποστηρίζεται σθεναρά ότι με την εναλλασσόμενη κατοικία κατοχυρώνεται μία καλύτερη ισορροπία ανάμεσα στους γονείς, στην φροντίδα και ανατροφή των τέκνων, προσφέροντας στον ανήλικο την δυνατότητα να διαβιοί στην καθημερινή του ζωή, τόσο με τον πατέρα όσο και με την μητέρα. Το παιδί έχει δύο (2) λειτουργικά σπίτια, την πατρική και μητρική του κατοικία. Ενθαρρύνεται, έτσι, η ισόρροπη επαφή του παιδιού και με τους δύο γονείς. Επιπρόσθετα, σημειώνεται ότι η κοινωνία έχει αλλάξει, η γυναίκα, λόγω της επαγγελματικής της απασχόλησης, βρίσκεται, πλέον, σε δυσκολία να φροντίσει μόνη της τα τέκνα, ενώ η σχέση των πατέρων με τα τέκνα τους δεν είναι η ίδια με αυτήν που επικρατούσε παλαιότερα. Έχει, επίσης, παρατηρηθεί ότι δύο (2) Σαββατοκύριακα, εναλλάξ, τον μήνα, δεν επιτρέπουν στον γονέα, που δεν διαμένει με το τέκνο, να ασκήσει μία πραγματική επιρροή στην ανατροφή των τέκνων του. Η θεματική δεν πρέπει να περιορισθεί μόνο σε νομικό επίπεδο, αλλά πρέπει να συμπεριλάβει και τις επιστημονικές ανακαλύψεις στους τομείς της ιατρικής και της ψυχολογίας. Επισημαίνεται ότι από τις νεότερες ιατρικές και ψυχολογικές έρευνες, δεν προκύπτει κανένα αρνητικό αποτέλεσμα από την κοινή ανατροφή, που μοιράζεται ισομερώς μεταξύ δύο (2) σπιτιών. Αντίθετα, η ύπαρξη της διπλής κατοικίας, θεωρείται ευεργετική και απαραίτητη, για την προστασία της ισόρροπης ανάπτυξης του παιδιού. Τα παιδιά που ζουν εναλλάξ και με τους δύο (2) γονείς, με ίση κατανομή του χρόνου, ανέφεραν υψηλότερα επίπεδα ικανοποίησης από την ζωή τους από εκείνα που υπάγονται σε άλλη ρύθμιση, για χωρισμένες οικογένειες [Bjamasson/Arnarsson (2011), Joint physical custody and communication with parents: A cross - national study of children in 36 western countries. Journal of Comparative Family Studies, 42, σ. 871-890, Bauserman (2002), Child adjustment in joint custody versus soie-custody arrangements: a meta analytic review journal of Family Psychology, 16,], Την αρχή της εναλλασσόμενης κατοικίας (shared residence) και μετά την διάσταση, εισηγείται και το Συμβούλιο της Ευρώπης, με το υπ αριθ. 2079/2.10.2015 ψήφισμά του, με το οποίο προσκαλεί τα κράτη - μέλη να την εισαγάγουν στην νομοθεσία τους, αποκλείοντας την εφαρμογή της σε περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας, κακοποίησης του παιδιού και αδιαφορίας, που δημιουργούν κινδύνους, για την σωματική και ψυχική υγεία του τέκνου. Αυτό το ψήφισμα στηρίχθηκε σε μετα-ανάλυση πολυάριθμων διεθνών μελετών [Nielsen (2014), Shared physical custody: Summary of 40 studies on outcomes for children, Journal of Divorce & Remarriage, 55. 613-635], που κατέδειξαν τα οφέλη από την εναλλασσόμενη κατοικία και τις αρνητικές επιπτώσεις, που προέρχονται από την αποκλειστική επιμέλεια, στην οποία ο χρόνος συναναστροφής του παιδιού με τον λιγότερο ευνοημένο γονέα είναι κάτω του 33%. Περαιτέρω, ο χωρισμός δεν είναι καθ εαυτός δείκτης της έλλειψης γονικής ικανότητας και η υπαιτιότητα του ενός ή του άλλου γονέα για το διαζύγιο ή την διακοπή της συμβίωσης, δεν ασκεί επιρροή στην άσκηση της γονικής μέριμνας. Η καταλληλότητα του ενός γονέα να αναλάβει την άσκηση της επιμέλειας, δεν αποτελεί, ταυτόχρονα, και ένδειξη ακαταλληλότητας του άλλου (Μιχαλακάκου, Η κακή άσκηση της γονικής μέριμνας, κατά την νομολογία, 2015). Αμφότεροι, κατά τεκμήριο, είναι ικανοί στον γονεϊκό ρόλο και το ανήλικο έχει το δικαίωμα να διατηρεί μία ισορροπημένη σχέση και με τους δύο γονείς. Ιδανική λύση είναι η διατήρηση της συμμετοχής και η ενεργητική παρουσία και των δύο γονέων στην ανατροφή του παιδιού, γιατί το τελευταίο δεν χρειάζεται μόνο τον καλύτερο από αυτούς (,Δεμερτζής, Η ουσιαστική και δικονομική αναγκαία μεταρρύθμιση της επιμέλειας, Δ 2003. 140 επ., Εφ.Αθ. 504/2019 ΤΝΠ-Νόμος).

4. Από την διάταξη του άρθρου 1511, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 1510, 1512-1514 του ΑΚ, προκύπτει ότι, όταν το δικαστήριο καλείται να αποφασίσει σχετικά με την ανάθεση της γονικής μέριμνας ή επιμέλειας ανήλικου τέκνου σε έναν από τους εν διαστάσει ευρισκόμενους γονείς του, πρέπει να έχει ως αποκλειστικό οδηγό της δικαιοδοτικής του κρίσης, το συμφέρον και μόνον του ανήλικου τέκνου, χωρίς να επιδρά αυτοτελώς στην λήψη της απόφασής του κανένας από τους διαφορετικούς παράγοντες, που συνοδεύουν το πρόσωπο κάθε γονέα, όπως είναι το φύλο, η γλώσσα, η θρησκεία, η κοινωνική προέλευση, η περιουσιακή κατάσταση κ.λπ. Για τη λήψη της απόφασης, το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη και τους μέχρι τότε δεσμούς του τέκνου με τους γονείς του και τους, τυχόν, αδελφούς του, τις, τυχόν, συμφωνίες των γονέων, σχετικά με την επιμέλεια και την περιουσία του τέκνου καθώς και την γνώμη του τέκνου, εφόσον αυτό, κατά την ανέλεγκτη κρίση του δικαστηρίου, ενόψει της ηλικίας του και της πνευματικής του ανάπτυξης, είναι ικανό να αντιληφθεί το πραγματικό του συμφέρον. Το συμφέρον του τέκνου λαμβάνεται, υπό ευρεία έννοια, και προς διαπίστωση του λαμβάνονται υπόψη και αξιολογούνται όλα τα επωφελή, για το ανήλικο, στοιχεία και περιστάσεις, χωρίς η εκφρασθείσα γνώμη του τέκνου να αποτελεί, χωρίς άλλο, αποφασιστικό παράγοντα, με ιδιαίτερη βαρύτητα, διότι, πολλάκις, η θέληση του ανηλίκου είναι αποτέλεσμα επηρεασμού και πρόσκαιρη και δεν σημαίνει ότι εξυπηρετεί, πράγματι, το συμφέρον του. Το συμφέρον του τέκνου αποτελεί αόριστη νομική έννοια με αξιολογικό περιεχόμενο, το οποίο εξειδικεύεται από το δικαστήριο της ουσίας. Για την εξειδίκευση της έννοιας αυτής, σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, εκτιμώνται από το δικαστήριο, τα περιστατικά που αποδείχθηκαν, με βάση αξιολογικά κριτήρια, τα οποία αντλεί το δικαστήριο από τους κανόνες της λογικής και της κοινής πείρας, λαμβάνοντας υπόψη σχετικά με το πρόσωπο του ανηλίκου και τα πορίσματα ψυχολογίας, πρέπει δε να αιτιολογείται ειδικά και εμπεριστατωμένα. Η κρίση δε αυτή του δικαστηρίου, ελέγχεται αναιρετικά, κατά την υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών, στην νομική έννοια του συμφέροντος του τέκνου, αν αυτή είναι εσφαλμένη, με τον λόγο, από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 του Κ.Πολ.Δ., αν δε δεν έχει ή έχει ανεπαρκείς και αντιφατικές αιτιολογίες από τον αριθμό 19 του ίδιου άρθρου, για την πλάγια παράβαση της ουσιαστικού δικαίου διάταξης του άρθρου 1511 του ΑΚ, ως προς το κρίσιμο για την έκβαση της δίκης ζήτημα του συμφέροντος του τέκνου (ΑΠ 1612/2017, ΑΠ 1132/2017, ΑΠ 317/2015 και Εφ.Αθ. 504/2019 ΤΝΠ-Νόμος).

5. Από ... αποδείχθηκαν, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, τα εξής: Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο θρησκευτικό γάμο, στην Καλαμαριά Θεσσαλονίκης, στις 27.5.2012, από τον οποίο απέκτησαν ένα (1) τέκνο, την Μ., που γεννήθηκε στις 9.4.2014, ηλικίας, σήμερα, οκτώ (8) ετών. Μετά τον γάμο τους, οι διάδικοι εγκαταστάθηκαν, σε μισθωμένη οικία, στην Καλαμαριά Θεσσαλονίκης. Η έγγαμη συμβίωση των διαδίκων δεν εξελίχθηκε ομαλά και, ήδη, οι διάδικοι είναι σε διάσταση, από τις 27.5.2020, οπότε ο εναγόμενος-ενάγων αποχώρησε από την οικογενειακή στέγη και εγκαταστάθηκε, αρχικά, στην οικία των γονέων του, στον Εύοσμο Θεσσαλονίκης και, στην συνέχεια, μίσθωσε οικία, επί της οδού ... στην Καλαμαριά Θεσσαλονίκης. Με την υπ αριθ. 10767/2020 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων, ανατέθηκε, προσωρινά, η επιμέλεια του προσώπου του ανήλικου τέκνου τους στην ενάγουσα-μητέρα του, ρυθμίσθηκε το θέμα της επικοινωνίας του εναγόμενου-ενάγοντος-πατέρα του με αυτό και υποχρεώθηκε ο τελευταίος να καταβάλει στην ενάγουσα, ως ασκούσα, προσωρινά, την επιμέλεια του προσώπου του τέκνου τους και για λογαριασμό του, το ποσό των 300 €, μηνιαίως, ως συνεισφορά του στην προσωρινή διατροφή του, διαμένοντος με την μητέρα του. Η τελευταία εργάζεται ως γυμνάστρια στην Ψυχιατρική Κλινική ..., ο δε σύζυγος της, εργάζεται ως αξιωματικός, στο Πυροσβεστικό Σώμα, με τον βαθμό του ... Και οι δύο (2) γονείς τρέφουν δυνατά αισθήματα αγάπης και αφοσίωσης προς την ανήλικη κόρη τους, η οποία φοιτά στην Α τάξη του Δημοτικού Σχολείου, εκδηλώνουν δε το ενδιαφέρον, την σοβαρή πρόθεση και την ψυχική διάθεση για να ασχοληθούν με την ανατροφή του παιδιού τους. Ειδικότερα η ανήλικη, λόγω της νεαρής ηλικίας της, διατηρεί ισχυρό συναισθηματικό δεσμό με την μητέρα της, με την οποία, άλλωστε, συμβιώνει μετά την διακοπή της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων και η οποία την περιβάλλει με αγάπη και στοργή και ενδιαφέρεται και φροντίζει για την ανατροφή, την επίβλεψη και την ψυχοσωματική της υγεία και ανάπτυξη και είναι σε θέση να εξασφαλίσει ήρεμο και ομαλό ατομικό και οικογενειακό περιβάλλον. Αλλά και με τον πατέρα της, πριν την διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης των γονέων της, η ανήλικη είχε δημιουργήσει έναν δυνατό ψυχικό δεσμό και είχαν αναπτυχθεί αμοιβαία μεταξύ τους αισθήματα στοργής και αγάπης, τα οποία ουδόλως έχουν ατονήσει, καθώς ο ενάγων-εναγόμενος-πατέρας, το χρονικό διάστημα από την διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων, μέχρι την άσκηση της με στοιχείο β αγωγής, έχει, συστηματική, επαφή και επικοινωνία με το παιδί του, η οποία έχει ρυθμισθεί δυνάμει της άνω με αριθμό 10767/2020 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, διανυκτερεύοντας στο σπίτι του, κατά την διάρκεια της επικοινωνίας, αφιερώνοντας, συνειδητά, αρκετό χρόνο σε αυτό και αποσκοπώντας στην οικοδόμηση και διατήρηση μιας στενής συναισθηματικής σχέσης μεταξύ τους, άλλωστε ο ίδιος, κατά τον χρόνο πριν από την διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης, είχε ενεργό ρόλος και διαρκή συμμετοχή στην σωστή ανατροφή και την ορθή διαπαιδαγώγησή του. Εξάλλου, και οι κατοικίες των διαδίκων βρίσκονται στην ίδια πόλη (Θεσσαλονίκη) και στην ίδια περιοχή της (Καλαμαριά), σε κάθε σπίτι δε, η οκτάχρονη ανήλικη έχει το δικό της παιδικό δωμάτιο και η ίδια, φυσικά, στην ηλικία που βρίσκεται, διαμορφώνει τώρα στην ψυχοσύνθεση της το οικείο περιβάλλον της και πρέπει να συναναστρέφεται, εξίσου, και με τους δύο γονείς της και να περνά τον ίδιο χρόνο με κάθε έναν από αυτούς, τόσο στην διάρκεια της ημέρας, όσο και στην διάρκεια του μήνα. Με βάση τις παραπάνω παραδοχές, αποδεικνύεται ότι οι διάδικοι τρέφουν δυνατά αισθήματα αγάπης και αφοσίωσης προς την ανήλικη κόρη τους, της οποίας ασκούν, από κοινού, την γονική μέριμνα και οι οποίοι οφείλουν να φροντίζουν για την ομαλή ανάπτυξη και το καλό αυτής, αποφεύγοντας, προς τούτο, έριδες και διαπληκτισμούς μεταξύ τους. Εδώ πρέπει να τονισθεί η αντιδικία που υπάρχει μεταξύ των διαδίκων, μετά την διάσπαση της έγγαμης συμβίωσής τους, πλην όμως, αυτή δεν εκδηλώθηκε και προς την ανήλικη θυγατέρα τους, επιβεβαιούμενο τούτο από την θετική συμπεριφορά που επιδεικνύουν οι δύο γονείς-διάδικοι απέναντι στην τελευταία, αποβλέποντας στην σωστή ανατροφή και διαπαιδαγώγησή της. Άλλωστε, οι ίδιοι έχουν πλήρη συνείδηση του γονεϊκού τους ρόλου και ασκούν προσηκόντως και ικανοποιητικά τα καθήκοντα που τους επιβάλλονται και απορρέουν από την ιδιότητά τους αυτή και επιτελούν το έργο τους πρόθυμα και αγόγγυστα, ανταποκρινόμενοι με στοργή και υπομονή στις υλικές και συναισθηματικές ανάγκες του ανήλικου τέκνου τους, ενώ και οι ίδιοι, ως κοινωνικοί και υπεύθυνοι άνθρωποι, με ευπρεπή συμπεριφορά και συγκροτημένο χαρακτήρα, λόγω της προσωπικότητάς τους και της παιδαγωγικής καταλληλότητάς τους, ως γονέων (ΑΠ 1393/2017, ΑΠ 317/2015 και ΑΠ 957/2007 ΤΝΠ-Νόμος), παρέχουν τα εχέγγυα, για την ανατροφή και διαπαιδαγώγησή του, του ενάγοντος-πατέρα, έχοντος, προς τούτο, την βοήθεια της μητέρας του. Ενόψει της καταλληλότητας και των δύο γονέων -ως προς τον πατέρα δε, χαρακτηριστικές είναι οι καταθέσεις των γονέων της ενάγουσας-μητέρας, οι οποίες διαλαμβάνονται, αντίστοιχα, στις ανωτέρω, υπ αριθ. … και …/2021 ένορκες βεβαιώσεις, οι οποίοι εκθειάζουν τον ενάγοντα-πατέρα της εγγονής και δισέγγονής τους, κρίνοντάς τον κατάλληλο για να επιμεληθεί της ανήλικης κόρης του και κατηγορώντας την ενάγουσα-μητέρα της ανήλικης ότι αυτή ευθύνεται για την διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων, η οποία και παρεμποδίζει την επικοινωνία τους με την ανήλικη και η οποία γίνεται μέσω του πατέρα της- και της θέλησής τους να ασχοληθούν, συστηματικά, με την κόρη τους, σε συνδυασμό με το ότι δεν διαθέτουν κάποιον άλλο κατιόντα, ο οποίος να χρήζει επιμέλειας, το Δικαστήριο κρίνει ότι το συμφέρον της ανήλικης, σε μία υπεύθυνη, ανεξάρτητη και ψυχικά υγιή προσωπικότητα, επιβάλλει, στην κρίσιμη ηλικία που βρίσκεται, να συμβιώνει, τόσο με την μητέρα της όσο και με τον πατέρα της και, ακολούθως, αφού έτσι προκαλείται η μικρότερη δυνατή διατάραξη του τρόπου ζωής της, πρέπει ν ανατεθεί η άσκηση της επιμέλειας του προσώπου αυτής, από κοινού στην μητέρα και στον πατέρα της, δηλαδή να γίνει χρονική κατανομή αυτής, ανάμεσα στους δύο γονείς. Η χρονική, ήτοι εναλλασσόμενη άσκηση της επιμέλειας, εξασφαλίζει την ισότιμη συμμετοχή και των δύο γονέων στην ανατροφή του παιδιού και ενισχύει τους δεσμούς του ανήλικου τέκνου με αμφότερους τους γονείς του, περιορίζοντας, έτσι, τις αναπόφευκτες δυσμενείς επιπτώσεις, που προκαλεί η διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης, στην ψυχολογία και στην, εν γένει, προσωπικότητα του τέκνου. Επιπλέον, με την παραλλήλως προσδοκώμενη επίδειξη, εκ μέρους των διαδίκων, της αυξημένης υπευθυνότητας και ευαισθητοποίησης, αναμένεται ότι θα επικρατήσει το απαραίτητο κλίμα γαλήνης και ηρεμίας στις σχέσεις μεταξύ των διαδίκων και σταθερότητας και ασφάλειας, που είναι αναγκαίο, για την ομαλή και απρόσκοπτη εξέλιξη της προσωπικότητας της ανήλικης, καθόσον επιβάλλεται η μεταξύ τους συνεργασία, ώστε η τελευταία να μην γίνεται δέκτης αντιφατικών και διαφορετικών μηνυμάτων και υποδείξεων από τους γονείς της. Προς την ανωτέρω κρίση του Δικαστηρίου τούτου, συμπορεύεται και η εκφρασθείσα γνώμη της ανήλικης, κατά την προσωπική επικοινωνία-επαφή της, με τον Δικαστή του Δικαστηρίου τούτου, κατά την οποία, χωρίς δισταγμό ή επιφύλαξη, αφού ήταν σε θέση να παράσχει απαντήσεις σε ό,τι ερωτήθηκε, εξέφρασε την επιθυμία της να ζήσει και με τους δύο γονείς της, πιο πολύ δε με την μητέρα της. Επομένως, το Δικαστήριο κρίνει ότι η χρονική κατανομή της επιμέλειας, που είναι η πιο ενδεδειγμένη λύση, πρέπει να γίνει, ως εξής: Κατανέμει, ανάμεσά τους, την επιμέλεια, ανά δεκαπέντε (15) ημέρες στον καθένα, κάθε ημερολογιακού μήνα, στην κατοικία του οποίου θα διαμένει το ανήλικο τέκνο, κατά το πρώτο δεκαπενθήμερο κάθε ημερολογιακού μήνα και δη από 1η μέχρι την 15η στην εναγόμενη μητέρα και κατά το δεύτερο δεκαπενθήμερο, κάθε ημερολογιακού μήνα και δη από την 16η μέχρι την 31η ή την 30η ή την 28η ή 29η Φεβρουαρίου, στον ενάγοντα-πατέρα, εναλλάξ κάθε έτος. Κατά τις εορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, κατά τα μονά έτη, από την 24η Δεκεμβρίου, ώρα 12:00, έως την 30η Δεκεμβρίου και ώρα 20:00, στον πατέρα και από την 30η Δεκεμβρίου και ώρα 20:00 έως την 7η Ιανουαρίου του επόμενου έτους και ώρα 20:00, με την μητέρα του. Κατά δε τα ζυγά έτη, η ίδια ρύθμιση, αντίστροφα. Κατά τις εορτές του Πάσχα, κατά τα μονά έτη, από το Σάββατο του Λαζάρου και ώρα 12:00, έως την Κυριακή του Πάσχα και ώρα 16:00 στον πατέρα του και από την Κυριακή του Πάσχα και ώρα 16:00 έως την Κυριακή του Θωμά και ώρα 20:00 με την μητέρα του. Κατά τα ζυγά έτη, η ίδια ρύθμιση, αντιστρόφως. Και, τέλος, κατά τις θερινές διακοπές, κατά τα μονά έτη, όλον τον Ιούλιο μήνα με τον πατέρα του και όλον τον Αύγουστο, με την μητέρα του. Κατά τα ζυγά έτη, η ίδια ρύθμιση, αντίστροφα. Όσον αφορά την επικοινωνία του ενάγοντος-πατέρα με την ανήλικη, κατά το δεκαπενθήμερο που η τελευταία θα μένει με την μητέρα της, αυτή ορίζεται ότι θα λαμβάνει χώρα, καθημερινά, εξ αποστάσεως, στο σταθερό τηλέφωνο της οικίας της μητέρας της ή με ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας (viber, skype κ.λπ.), μετά το πέρας των σχολικών και εξωσχολικών δραστηριοτήτων της ανήλικης και πριν την νυχτερινή κατάκλισή της. Η εν λόγω επικοινωνία θα ατονεί κατά τις θερινές διακοπές κάθε έτους, ώστε η μητέρα της ανήλικης να πραγματοποιεί απρόσκοπτα θερινές διακοπές με την θυγατέρα της. Τέλος, ως προς το ποσό της συνεισφοράς του ενάγοντος-πατέρα στην διατροφή της ανήλικης κόρης του, ύψους 300 €, κατόπιν της παραπάνω παραδοχής, ως προς την συνεπιμέλεια αυτής, ορίζεται ότι αυτό θα καταβάλλεται μειωμένο, δηλαδή στο ποσό των 150 €, δεδομένου ότι η ενάγουσα-μητέρα θα έχει την επιμέλεια της ανήλικης μόνον για δεκαπέντε (15) ημέρες κάθε μήνα. Μετά ταύτα, η κρινόμενη α αγωγή, πρέπει ν απορριφθεί ως προς το αίτημά της, περί ανάθεσης της επιμέλειας του ανήλικου τέκνου των διαδίκων στην ενάγουσα-μητέρα του. να γίνει δε αυτή δεκτή, εν μέρει, ως προς την συνεισφορά του εναγομένου-πατέρα στην διατροφή του τέκνου του, όσον αφορά το ποσό διατροφής και τον χρόνο καταβολής του, ως ανωτέρω προσδιορίσθηκαν. Η δε β αγωγή, να γίνει δεκτή, ως προς το αίτημά της για ανάθεση της επιμέλειας του προσώπου της ανήλικης και στους δύο (2) γονείς της, από κοινού, εν μέρει δε δεκτή, ως προς το αίτημα της επικοινωνίας της ανήλικης με τον ενάγοντα-πατέρα της, ως παραπάνω ορίσθηκε...

Περαιτέρω, κατ άρθρ. 613 και 650 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ., πρέπει να διαταχθεί, αυτεπαγγέλτως, η εναγόμενη-μητέρα της β αγωγής, να αποδώσει το άνω ανήλικο τέκνο στον ενάγοντα-πατέρα του, κατά τον χρόνο που αυτός θα ασκεί την συνεπιμέλεια, καταδικαζόμενη να εκτελέσει την πράξη αυτή, με την απαγγελία σε βάρος της χρηματικής ποινής, ποσού 200 € υπέρ του ενάγοντος και προσωπικής κράτησης διαρκείας τριάντα (30) ημερών, σε περίπτωση μη εκτέλεσης της διάταξης αυτής.

 

[ ΠΗΓΗ : ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ]